- φυλλόγραπτος
- ο, Ν(παλαιοντ.) απολιθωμένο γένος γραπτολίθων το οποίο χρησιμεύει ως χαρακτηριστικό απολίθωμα για τα θαλάσσια πετρώματα τού κατώτερου ορδοβισίου.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. phyllograptus].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.